Όταν το Νοέμβριο δημοπρατήθηκε ένας πίνακας του Λεονάρντο ντα Βίντσι για το ποσό ρεκόρ των 450 εκατ. δολαρίων, πολλοί ήταν αυτοί που αναζήτησαν τον μυστηριώδη αγοραστή του στην Κίνα, σημειώνει δημοσίευμα του αμερικανικού δικτύου CNBC. Ενώ ο αγοραστής του έργου "Salvator Mundi" ("Ο Σωτήρας του Κόσμου") αποδείχθηκε τελικά ότι ήταν μέλος της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας, η σχεδόν αυτόματη στροφή του ενδιαφέροντος προς την Κίνα αποτυπώνει το σημαντικό ρόλο του ασιατικού κράτους στην αγορά τέχνης.
Σύμφωνα με έκθεση της Art Basel και της UBS, η Κίνα είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά τέχνης στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, στην οποία αντιστοιχεί το 20% των συνολικών πωλήσεων στην παγκόσμια αγορά των 57 δισεκ. δολαρίων.
Μόλις πριν από δέκα χρόνια, στην Κίνα αντιστοιχούσε μόλις το 9% των παγκόσμιων πωλήσεων, σύμφωνα με την έκθεση της Art Basel. Το ποσοστό αυτό διπλασιάστηκε το 2009 και έφθασε στο επίπεδο ρεκόρ του 30% το 2011 πριν ανακάμψουν και πάλι οι ΗΠΑ στη σχετική κατάταξη.
Στον οίκο Christie's, οι συνολικές αγορές έργων τέχνης από την Ασία αυξήθηκαν κατά 40% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2017, σύμφωνα με τον οίκο δημοπρασιών. Το ένα πέμπτο των νέων αγοραστών τέχνης προέρχεται από την ασιατική ήπειρο. Φέτος, για πρώτη φορά, η Ασία βρέθηκε στην κορυφή των παγκόσμιων πωλήσεων, ανέφερε ο οίκος.
Δεδομένου του υψηλού προϋπολογισμού που διαθέτουν, οι Κινέζοι αγοραστές κυριαρχούν ολοένα και πιο πολύ μεταξύ αυτών που επενδύουν στην τέχνη. Συνήθως αναζητούν τα λεγόμενα blue chips στο χρηματιστήριο των έργων τέχνης. Έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον υπάρχει για σπάνια κλασικά έργα από γνωστούς ζωγράφους όπως ο ντα Βίντσι και ο Βίνσεντ βαν Γκογκ, τα περισσότερα εκ των οποίων ανήκουν σε εθνικά μουσεία και είναι απίθανο να ξαναπουληθούν.
Η πρόσφατη τιμή που έπιασε το έργο του ντα Βίντσι δείχνει ότι ότι τα blue chip της τέχνης είναι «big business και ένας πολύ καλός, μοναδικός τρόπος επένδυσης όπου η αξία της επένδυσής σου πιθανόν μόνο να αυξηθεί», δήλωσε ο Τζόνι Χον, συλλέκτης έργων τέχνης και πρόεδρος της εταιρίας επιχειρηματικών κεφαλαίων The Global Group. Ενώ ο τελικός αγοραστής ήταν από την Μέση Ανατολή, ο πίνακας μεταφέρθηκε στο Χονγκ Κονγκ πριν από τη δημοπρασία, γεγονός που τονίζει τη σπουδαιότητα της κινεζικής αγοράς, που τώρα έχει «κεντρικό ρόλο στη διεθνή αγορά τέχνης», πρόσθεσε ο ίδιος.
Οι Κινέζοι επενδυτές στρέφονται επίσης σε έργα κλασικών Κινέζων δημιουργών. Η Κίνα έχασε πολλά έργα τέχνης τον τελευταίο αιώνα λόγω των αναταραχών στη χώρα, αλλά τώρα που έχει αναχθεί σε οικονομική δύναμη, οι πλούσιοι αγοράζουν και πάλι την κληρονομιά τους. Οι αρχαίες πορσελάνες και παλαιοί πίνακες με μελάνι προσελκύουν το ίδιο ενδιαφέρον με μεγάλους Κινέζους δημιουργούς του 20ου αιώνα. Στις 18 Δεκεμβρίου, μια συλλογή 12 τοπίων από τον Τσι Μπαϊσί πουλήθηκε για 931 εκατ. γιουάν (171 εκατ. δολάρια) σε δημοπρασία στο Πεκίνο, τιμή που αποτέλεσε ρεκόρ για την κινεζική τέχνη στις δημοπρασίες παγκοσμίως, σύμφωνα με την China Daily.
Ενδιαφέρον υπάρχει και για σύγχρονη τέχνη. Η αξία της είναι δύσκολο να υπολογιστεί όταν δεν πρόκειται για έργα διάσημων δημιουργών, όπως της Γιαπωνέζας Γιαγιόι Κουσάμα, που αποτιμούνται σε εκατομμύρια δολάρια στην αγορά τέχνης. Οι Κινέζοι επενδυτές έχουν υγιή διάθεση για ρίσκο και δεν είναι αρνητικοί στο να τοποθετήσουν τα χρήματά τους σε λιγότερο γνωστούς ή ακόμα και άσημους δημιουργούς με την ελπίδα να μεταπωλήσουν τα έργα αργότερα σε υψηλότερες τιμές, δήλωσαν έμποροι έργων τέχνης στο CNBC.
ΑΠΕ-ΜΠΕ