Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης που «βούλιαξε» την οικονομία και οδήγησε στην απελπισία τεράστιο αριθμό δανειοληπτών, επιμένουν δυστυχώς ορισμένοι διακινητές «μαγικών» λύσεων να παρουσιάζουν προτάσεις που χαϊδεύουν μεν τα αυτιά όσων βρίσκονται σε απελπισία, αλλά δεν παύουν να κινούνται πολύ μακριά από την οικονομική πραγματικότητα, αν δεν αποτελούν συνειδητές προσπάθειες εξαπάτησης υποψήφιων ψηφοφόρων.
Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΣΑΜΠΑΝΗ*
Σε αυτό το σημείωμα δεν θα σχολιάσουμε την πρόταση του ανθρώπου που έκλεισε (με υπερηφάνεια!) τις ελληνικές τράπεζες, του Γιάνη Βαρουφάκη, και τώρα προτείνει να δημιουργηθεί μια αχανής κρατική «κακή τράπεζα» (bad bank), στην οποία θα μεταφερθούν όλα τα προβληματικά δάνεια, ύψους άνω των 70 δισ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι τέτοια «κρατικοποίηση» κόκκινων δανείων από ένα χρεοκοπημένο κράτος, με χρέος στο 180% του ΑΕΠ, ακόμη και αν ήταν οικονομικά σκόπιμη και κοινωνικά επωφελής (που δεν είναι!), αποτελεί ένα αφήγημα εξίσου εξωπραγματικό με όσα πίστευε το 2015 ο κ. Βαρουφάκης, όταν θεωρούσε βέβαιο πως με ένα καλό εκβιασμό οι Ευρωπαίοι θα μας χάριζαν το μισό χρέος.
Πέρα από το μεγάλο, σοσιαλιστικό σχέδιο Βαρουφάκη, που δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο, αφού οι περισσότεροι μπορούν να καταλάβουν πόσο μακριά από την πραγματικότητα βρίσκεται, υπάρχουν και άλλα αφηγήματα στη δημόσια συζήτηση, τα οποία είναι λογικοφανή και μπορεί να παρασύρουν πολλούς σε επικίνδυνα μονοπάτια. Πολλοί ζητούν να συνεχισθεί η προστασία της πρώτης κατοικίας επ’ αόριστον, ενώ ορισμένοι λένε ότι κακώς πωλούνται στεγαστικά δάνεια σε funds, ενώ θα έπρεπε να τα πωλούν οι τράπεζες σε χαμηλή τιμή στους δανειολήπτες.
Παράταση προστασίας;
Πρόκειται για δύο φιλικές στους δανειολήπτες ιδέες, που όμως είναι άκρως επικίνδυνες για το τραπεζικό σύστημα και την εθνική οικονομία, τουλάχιστον αν θέλουμε μια «κανονική» οικονομία που θα χρηματοδοτείται από τράπεζες:
Η προστασία της πρώτης κατοικίας άρχισε με το νόμο Κατσέλη, προ δεκαετίας, και είχε τη λογική ενός προσωρινού μέτρου, το οποίο αποσκοπούσε να προστατεύσει την οικονομία και την κοινωνία από τις επιπτώσεις μιας απότομης οικονομικής κατάρρευσης, που εξέθεσε χιλιάδες δανειολήπτες στον κίνδυνο να χάσουν τα σπίτια τους.
Σήμερα, είναι ενεργή η τελευταία εκδοχή του νόμου Κατσέλη, που δίνει τη δυνατότητα σε όσους έχουν πραγματική ανάγκη όχι μόνο να ρυθμίσουν ευνοϊκά τα δάνειά τους, αλλά να πάρουν και επιδότηση της δόσης του ρυθμισμένου δανείου από το κράτος.
Όμως, μετά τη λήξη και αυτής της ρύθμισης στις 30 Απριλίου, δεν θα πρέπει να συζητούμε για άλλα μέτρα προστασίας της πρώτης κατοικίας. Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι οι διάφορες παραλλαγές προστασίας της πρώτης κατοικίας έχουν εφαρμοσθεί για πολύ μεγάλη χρονική περίοδο, η κρίση έχει τελειώσει και όσοι είχαν πραγματική ανάγκη προστασίας έχουν ήδη προστατευθεί (μαζί τους, βέβαια, και πολλοί επιτήδειοι που εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία για να μην πληρώνουν τα δάνειά τους, ενώ μπορούσαν να το κάνουν).
Από αυτό το σημείο και μετά, τα οφέλη από την προστασία της πρώτης κατοικίας ωχριούν μπροστά στην τεράστια ζημιά που θα γίνει εάν παραταθεί το καθεστώς προστασίας:
Αν οι τράπεζες γνωρίζουν ότι, δίνοντας ένα δάνειο πρώτης κατοικίας θα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην μπορούν να ρευστοποιήσουν την εξασφάλιση (την κατοικία), επειδή κάποιος νόμος δεν θα το επιτρέπει, τότε θα σταθμίσουν τον κίνδυνο και θα περιορίσουν τις χορηγήσεις δανείων, αυξάνοντας ταυτόχρονα το επιτόκιο για όλους τους δανειολήπτες.
Ας γίνει, επιτέλους, κατανοητό από όλους ότι η ρευστοποίηση εξασφαλίσεων είναι η αναγκαία πίσω όψη της χορήγησης δανείου. Με άλλα λόγια, χωρίς ευχερή ρευστοποίηση εξασφαλίσεων, οι τράπεζες κλείνουν τη στρόφιγγα του δανεισμού.
Σε μια οικονομία που έχει απόλυτη ανάγκη τη ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα, καθώς εδώ και τρία χρόνια αναπτύσσεται χωρίς πιστώσεις με ασθενικούς ρυθμούς, θα ήταν εγκληματικό λάθος να ληφθούν και άλλα μέτρα που θα στρεβλώνουν την τραπεζική λειτουργία.
Γιατί τα funds και όχι οι δανειολήπτες;
Η πρόταση για εξαγορά δανείων από τους ίδιους τους δανειολήπτες στην ίδια τιμή που τα αγοράζουν τα funds, ακούσθηκε πάλι πριν λίγες ημέρες στη Βουλή. Φαίνεται λογική και παρασύρει πολλούς σε εσφαλμένα συμπεράσματα: “Αν ένα fund παίρνει φθηνά το δάνειό μου, γιατί να μην πληρώσω και να το πάρω εγώ;” θα σκεφθούν ακόμη και καλοπροαίρετοι δανειολήπτες.
Αν σκεφθεί όμως κανείς λίγο βαθύτερα, θα δει ότι είναι μια πρόταση που οδηγεί στην πλήρη καταστροφή του τραπεζικού συστήματος: αν κάθε δανειολήπτης γνωρίζει ότι μπορεί να αφήσει απλήρωτο το δάνειό του μέχρι η αξία του να πέσει σε ελάχιστο ποσοστό της ονομαστικής, δηλαδή περίπου στις τιμές που αγοράζονται τα δάνεια από funds, και μετά απλώς να πληρώσει ένα ποσοστό του δανείου και να «καθαρίσει» από τις υποχρεώσεις του, τότε η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων θα ήταν να αφήσουν ΟΛΟΙ οι δανειολήπτες τα δάνεια απλήρωτα, μέχρι να πληρώσουν ένα μικρό ποσό για να τα εξοφλήσουν.
Με άλλα λόγια, η γενική εφαρμογή αυτής της ιδέας θα οδηγούσε στην απόλυτη κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος της χώρας, με ό,τι αυτό θα σήμαινε: νέο κύκλο οικονομικής κρίσης, χρεοκοπία, έξοδο από το ευρώ κ.ο.κ.
Το ηθικό δίδαγμα από όλα αυτά είναι ότι συνήθως στα σοβαρά οικονομικά θέματα πρέπει να είμαστε καχύποπτοι μπροστά στις απλές και ελκυστικές προτάσεις για λύσεις. Ειδικά στα θέματα του τραπεζικού συστήματος, η προσέγγιση πρέπει να είναι πολύ σοβαρή. Πίσω από τις όμορφες ιδέες, που χαϊδεύουν αυτιά ψηφοφόρων, μπορεί να κρύβονται οικονομικές καταστροφές.
*Οικονομολόγος, πρώην στέλεχος τραπεζών