Πολιτική

Ακτινογραφία μπαταχτσήδων επιχειρηματιών από την ΤτΕ


 

Ειδική μελέτη για τους επιχειρηματίες-μπαταχτσήδες, σε δείγμα 13.000 επιχειρήσεων, εκπόνησε η Τράπεζα της Ελλάδος και κατέληξε σε ένα εξαιρετικά ανησυχητικό εύρημα: την περίοδο της κρίσης (2010-2015), μία στις έξι επιχειρήσεις με καθυστερούμενα δάνεια έχει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή, δηλαδή έχει την οικονομική δυνατότητα, αλλά αποφεύγει να εξυπηρετήσει το δανεισμό της.

Όπως σημειώνεται στην έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 44,7%. Αναμφισβήτητα, αναφέρει η έκθεση, η βαθιά και παρατεταμένη ύφεση αποτελεί το βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της διαμόρφωσης των ανωτέρω ποσοστών σε τόσο υψηλό επίπεδο, ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες στους οποίους μπορεί να αποδοθεί μέρος της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ένας από αυτούς, κατά γενική ομολογία, είναι η συνειδητή επιλογή ενός δανειολήπτη να μην εξοφλήσει κάποιες από τις υποχρεώσεις του ενώ μπορεί, προκειμένου να κατευθύνει τα διαθέσιμα κεφάλαιά του σε άλλες δραστηριότητες (κατανάλωση, επένδυση, αποταμίευση κ.λπ.). Ένας τέτοιος δανειολήπτης χαρακτηρίζεται ως «στρατηγικός κακοπληρωτής».

Η διερεύνηση της σχετικής συμπεριφοράς των ελληνικών επιχειρήσεων προσεγγίστηκε με τη μελέτη δείγματος περίπου 13 χιλιάδων επιχειρήσεων με υπόλοιπα δανείων ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2010-2015.

Για τις επιχειρήσεις αυτές εξετάστηκε κατά πόσον υπήρχε καθυστέρηση εξυπηρέτησης των δανείων τους για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και, εφόσον υπήρχε καθυστέρηση, εξετάστηκε αν αυτή οφειλόταν σε αντικειμενική δυσκολία ή ήταν αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής.

Στις περιπτώσεις όπου φάνηκε να υπάρχει επιλογή αθέτησης, διερευνήθηκαν πιθανοί προσδιοριστικοί παράγοντες αυτής.

Ως τάξη μεγέθους, το εν λόγω δείγμα επιχειρήσεων είχε στο τέλος του 2015 συνολικό υπόλοιπο δανείων περίπου 57 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 19 δισεκ. ευρώ περίπου ήταν μη εξυπηρετούμενα.

Οι επιχειρήσεις που ταξινομήθηκαν στην κατηγορία υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης και δεν εξυπηρετούσαν τα δάνειά τους κρίθηκαν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές, ενώ για εκείνες που ταξινομήθηκαν στην κατηγορία χαμηλής διαβάθμισης η μη αποπληρωμή κρίθηκε ότι ήταν αποτέλεσμα αντικειμενικής δυσκολίας.

Από τη μελέτη του δείγματος προκύπτει ότι την περίοδο 2010-2015 μία στις έξι επιχειρήσεις κατά μέσο όρο εμφανίζει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή. Το ποσοστό των στρατηγικών κακοπληρωτών στο σύνολο των δανειοληπτών με δάνεια σε καθυστέρηση φαίνεται να διατηρείται σχετικά σταθερό σε όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

Συγκριτικά μεγαλύτερο ποσοστό στρατηγικών κακοπληρωτών εμφανίζεται σε κλάδους που σχετίζονται με τις κατασκευές και την αγορά ακινήτων, αλλά και σε εκείνους της βιομηχανίας, των πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και των διοικητικών και υποστηρικτικών υπηρεσιών.

Όσον αφορά τους προσδιοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης συμπεριφοράς στρατηγικού κακοπληρωτή, φαίνεται ότι επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό ή χαμηλή αξία εξασφαλίσεων ή υψηλή κερδοφορία είναι πιθανότερο να εμφανιστούν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές.

Ίδια συμπεριφορά φαίνεται να έχουν και οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους και ηλικίας.

Ενδεικτικά, φαίνεται ότι οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις έχουν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα από τις μικρού ή μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις να γίνουν στρατηγικοί κακοπληρωτές, ενώ μεταξύ επιχειρήσεων που αθετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις εκείνες που εμφανίζουν υψηλή κερδοφορία εμφανίζουν κατά 62% αυξημένη πιθανότητα στρατηγικής αθέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων.

«Σφιχτή» επιτήρηση

Για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων και να ενθαρρυνθούν οι τράπεζες να «κυνηγήσουν» τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, η Τράπεζα της Ελλάδος καθιερώνει αυστηρότερους κανόνες επιτήρησης, σχετικά με την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων αυτής της κατηγορίας.

Ειδικότερα, για τα επιχειρηματικά δάνεια, εκτός από τη γενική παρακολούθηση στόχων  ανά τρίμηνο, θα υπάρχει και επιμέρους ανάλυση για επιχειρήσεις πολύ μικρού μεγέθους και ελεύθερους επαγγελματίες με κύκλο εργασιών μικρότερο από 2,5 εκατ. ευρώ, μικρομεσαίες επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 2,5 εκατ. ευρώ και κάτω των 50 εκατ. ευρώ, μεγάλες επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατ. ευρώ και ναυτιλιακές επιχειρήσεις.

Οι στόχοι αυτοί θεωρήθηκε ότι είναι οι πιο αποτελεσματικοί για την παρακολούθηση της επίδοσης των τραπεζών ως προς τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και του τρόπου που αυτή επιτυγχάνεται, με γνώμονα την παροχή βιώσιμων και ουσιαστικών λύσεων ρύθμισης στους δανειολήπτες. Συνοδεύονται δε και από μια σειρά βασικών δεικτών απόδοσης.