Ενα νέο κύμα γενικευμένης ανόδου του κόστους χρήματος αναμένεται ότι θα πλήξει την παγκόσμια οικονομία τους επόμενους μήνες, προκαλώντας επιβράδυνση της ανάπτυξης σε Ευρωζώνη – ΗΠΑ και επιταχύνοντας την πορεία προς την ύφεση. Βαρύ τίμημα θα πληρώσουν οι υπερχρεωμένες χώρες, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις. Στην Ελλάδα εκφράζονται ήδη φόβοι για νέα γενιά κόκκινων δανείων και για δυσθεώρητα κόστη δανεισμού του Δημοσίου με εκδόσεις ομολόγων.
Βασική αιτία, οι αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, που προσπαθούν – ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής – να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, ο οποίος τροφοδοτείται από την ενεργειακή κρίση και τις υψηλές τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος. Κατεύθυνση δίνει η Fed. Η ΕΚΤ αναπόφευκτα θα ακολουθήσει, έστω και με μικρή χρονική υστέρηση.
Οι επικεφαλής της αμερικανικής ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι θεωρούν μείζονα στόχο την συγκράτηση-αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, που αποτελεί αιτία πολλών “δεινών” στην οικονομία. Για να τον επιτύχουν είναι διατεθειμένοι να “θυσιάσουν” την ανάπτυξη, προτιμώντας έστω και μικρή ύφεση με χαμηλό πληθωρισμό, παρά ικανοποιητικούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ με παράλληλη ανοδική τάση των τιμών καταναλωτή.
Ο πήχυς στο 4,50%
Στην ίδια κατεύθυνση συντάσσονται και τα “γεράκια” της ΕΚΤ, με πρωτοστατούντες τους εκφραστές της γερμανικής σχολής οικονομικής σκέψης και τους εκπροσώπους της Bundesbank. Παρά τις αντιδράσεις των “νοτίων” και τους ελιγμούς της Λαγκάρντ, οι πιθανότητες να προχωρήσει η ΕΚΤ σε νέες σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους, είναι πολύ μεγάλες.
Θα προηγηθεί βέβαια η Fed, όπου οι αποφάσεις είναι λίγο-πολύ προδιαγεγραμμένες: Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, ή το αργότερο μέχρι τον Φεβρουάριο, θα γίνουν δύο αυξήσεις επιτοκίων 0,75% +0,75%, ή 0,75%+0,50%. Ετσι τα βασικά επιτόκια του δολαρίου που είναι τώρα 3%-3,25%, θα φθάσουν το 4,50%.
Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ προειδοποιούν μάλιστα ότι πρόθεσή τους είναι να διατηρήσουν τα επιτόκια σ' αυτά τα επίπεδα, ώσπου ο πληθωρισμός να προσεγγίσει τον στόχο του 2%.
Στην Ευρώζώνη τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, αλλά η γραμμή πλεύσης της ΕΚΤ δεν παρεκκλίνει πολύ από εκείνη της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας. Απλώς οι αυξήσεις θα είναι μικρότερες και το βασικό επιτόκιο θα παραμείνει αρκετά χαμηλότερο από το 4%.
Οι επιπτώσεις
Ομως οι παρενέργειες του ακριβού χρήματος θα φανούν γρήγορα και σε όλο το εύρος της οικονομίας – επηρεάζοντας βέβαια και τα δημοσιονομικά. Ηδη οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης κινούνται στα υψηλά 12-13 ετών, καθιστώντας δυσχερή και εξαιρετικά επαχθή τον κρατικό δανεισμό. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κινείται τις τελευταίες εβδομάδες στο 4,57%-4,72%, ενώ του γερμανικού υπερέβη το 2,10%, από αρνητική που ήταν προ έτους.
Αυξημένα κόστη χρήματος θα επωμισθούν βέβαια οι επιχειρήσεις που προσφεύγουν σε ομολογιακές εκδόσεις ή σε νέο τραπεζικό δανεισμό, καθώς και τα νοικοκυριά-δανειολήπτες που έχουν δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου.
Τραπεζικοί παράγοντες εκφράζουν φόβους ότι η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων (μεγαλύτερες δόσεις) θα φέρει πολλούς δανειολήπτες στα όρια των οικονομικών αντοχών τους. Πολλά δάνεια θα “κοκκινίσουν”, αντισταθμίζοντας εν μέρει τα θετικά αποτελέσματα που έχουν επιτύχει οι τράπεζες στην προσπάθεια μείωσης των δεικτών μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων.
Πολλά θα εξαρτηθούν βέβαια από τις εξελίξεις στα μέτωπα της ενεργειακής κρίσης και των πληθωριστικών πιέσεων, που υπαγορεύουν τώρα τις αυξήσεις επιτοκίων.