Πολιτική

Α. Σκέρτσος: Ο πρωθυπουργός έχει σχέδιο και βούληση να αλλάξει τα κακώς κείμενα


«Δεν αρκεί κίνημα καταγγελίας, θα κριθούμε όλοι για το πώς ταυτίζονται οι ρητορικές μας τοποθετήσεις με τις ουσιαστικές θέσεις που λαμβάνουμε σε σχέση με τις μείζονες αλλαγές στο Δημόσιο», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας 'Ακης Σκέρτσος σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι». Και συμπλήρωσε λέγοντας πως ο πρωθυπουργός έχει σχέδιο και βούληση να αλλάξει τα κακώς κείμενα.

Εισαγωγικώς, όπως επεσήμανε ο υπουργός Επικρατείας, «πρέπει όλοι να παραδεχθούμε ότι με την τραγωδία στα Τέμπη βλέπουμε πόσο δύσκολη και άνιση είναι αυτή η διαρκής μάχη εκσυγχρονισμού του ελληνικού κράτους. Διαχρονικά, όχι μόνο σε αυτή τη φάση. Και ότι χρειάζεται μια συστράτευση και μια ειλικρινής τοποθέτηση όλων των πολιτικών δυνάμεων που έχουν κυβερνήσει διαχρονικά, για το πώς θα αλλάξουμε αυτό το κράτος. Το οποίο βλέπουμε ότι έχει όψεις που μας πληγώνουν, μας θυμώνουν και, δυστυχώς, φαίνεται ότι προκαλούν τέτοιες ανείπωτες τραγωδίες».

Κάνοντας δε, λόγο για «εθνική υπόθεση», επανέλαβε πως «εμείς έχουμε αναλάβει και το βάρος της ευθύνης που μας αναλογεί για το δυστύχημα, και υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες δικές μας, αλλά και το βάρος της λύσης να μην ξανασυμβεί αυτό και να αποκτήσουμε σύγχρονους σιδηρόδρομους».

Υπογραμμίζοντας, ταυτοχρόνως, την ανάγκη να υπάρξει ενδοσκόπηση «για να δούμε τι έχει φταίξει αυτά τα τελευταία χρόνια και διαχρονικά», επέμεινε κυρίως «στον τρόπο που διοικείται το ανθρώπινο δυναμικό στους σιδηροδρόμους και γενικά στο ελληνικό Δημόσιο». Με άλλα λόγια, τα συστήματα είναι ένα μέρος της λύσης και «συστήματα υπήρχαν και δικλίδες ασφαλείας στη Λάρισα, είχε εφαρμοστεί άλλωστε το σύστημα τηλεδιοίκησης, αυτό είναι ατράνταχτο γεγονός. Όμως η εργασιακή κουλτούρα είναι για μένα ο πιο κρίσιμος παράγοντας για να πάμε μπροστά», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, μιλώντας για «κουλτούρα της ήσσονος προσπαθείας και της ανευθυνότητας». Διαχρονικά, συνέχισε, «έχει ευνουχιστεί ένα μέρος της δημόσιας διοίκησης από το να αναλαμβάνει ευθύνες». Και, ναι μεν «αυτό στις πολιτικές ηγεσίες έχει αλλάξει», ωστόσο «δεν έχει περάσει στη βάση της πυραμίδας -και εκεί την πατήσαμε κυριολεκτικά. Δεν μπορεί να χρεώνεται υποκειμενική ευθύνη είτε στον υπουργό είτε στον πρωθυπουργό γιατί δεν γνωρίζαμε για παράδειγμα ότι οι σταθμάρχες έκαναν σκάντζες μεταξύ τους».

Στο σημείο αυτό επικαλέστηκε νόμο της παρούσας κυβέρνησης που ορίζει ότι οι διοικήσεις κρίσιμων φορέων (ΔΕΚΟ, ευρύτερου δημόσιου τομέα) ορίζονται από το ΑΣΕΠ, ένας νόμος που έχει καταψηφισθεί από την αντιπολίτευση, και από το ΠΑΣΟΚ και από το ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ αναφέρθηκε, εκ νέου σε δώδεκα νόμους που βελτιώνουν τη λειτουργία του δημόσιου τομέα (μέσω αξιολόγησης, επιβολής κυρώσεων κ.α.) που επίσης καταψηφίσθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν αρκεί κίνημα καταγγελίας, θα κριθούμε όλοι για το πώς ταυτίζονται οι ρητορικές μας τοποθετήσεις με τις ουσιαστικές θέσεις που λαμβάνουμε σε σχέση με τις μείζονες αλλαγές στο Δημόσιο».

Κληθείς να σχολιάσει σημερινή δήλωση του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Γεωργιάδη, ότι και τα δημοφιλή στελέχη θα πρέπει να «βάζουν πλάτη», ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε εν πρώτοις ότι αυτό αφορά όλο το πολιτικό σύστημα, καθώς υπάρχει ρήξη εμπιστοσύνης στις σχέσεις του με τους πολίτες. «Ο πρωθυπουργός έχει δείξει στο μέγιστο βαθμό ότι έχει και τη βούληση και το σχέδιο για να τα αλλάξει όλα αυτά», είπε ακόμη και συνέχισε: «Ζητούμε από μια κυβέρνηση να αλλάξει σε 3,5 χρόνια όσα έχουν χτισθεί εδώ και δεκαετίες, κάποτε πετυχαίνουμε, όπως είπε ο πρωθυπουργός, κάποτε δεν πετυχαίνουμε. Δυστυχώς στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει ένα τραγικό κόστος σε ανθρώπινες ζωές και αυτό δεν μπορούμε να το αλλάξουμε». Εν κατακλείδι, όμως, «δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω εσωστρέφεια, από λόγους αρχής πιστεύω ότι στην πολιτική πρέπει να μπαίνουμε με 'Χ' κεφάλαιο και να βγαίνουμε με ένα 'Χ μείον' κεφάλαιο. Και με την οικονομική έννοια, αλλά και τη διαφύλαξη (πολιτικού) κεφαλαίου στα δύσκολα -και σε αυτό έχει δίκιο ο κ. Γεωργιάδης. Όταν κάποιος διαθέτει αξιοπιστία έναντι της κοινής γνώμης πρέπει να βγαίνει και να εξηγεί με εντιμότητα τι είναι αυτό που έχει συμβεί», κάλεσε ο 'Α. Σκέρτσος.

Ως προς τα μετεκλογικά σενάρια, είπε πως είναι «άκαιρες κουβέντες προς το παρόν, θεωρώ ότι ακόμη πρέπει να κάνουμε διαχείριση των συναισθημάτων μας σε συλλογικό εθνικό επίπεδο να δούμε πώς θα τρέξουν το ταχύτερο δυνατόν και οι δικαστικές και οι διοικητικές έρευνες».

Επιπλέον, «πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη, έχει γίνει μια τραγωδία και πρέπει να υπάρξει κάθαρση. Πρέπει να υπάρξει επανεκκίνηση και ανάταξη του σιδηροδρόμου με ασφάλεια. Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει αυτό ξεκινώντας από τις 22 Μαρτίου και ανά πενθήμερο θα υπάρχει τμηματική επανεκκίνηση του σιδηροδρόμου με άλλους κανόνες, με συνθήκες μεγαλύτερης ασφάλειας από αυτές που ίσχυαν πριν το δυστύχημα».

Από εκεί και πέρα «η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της, σήμερα ανακοινώθηκε ο κατώτατος μισθός. Είναι ο υψηλότερος κατώτατος μισθός που έχει δοθεί ποτέ στην ελληνική αγορά εργασίας -και αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα μιας δυναμικής ανάκαμψης της οικονομίας». Και αυτό μαζί με τη «μεγαλύτερη, νομίζω, μείωση της ανεργίας στην Ευρώπη. Όλα αυτά αποτελούν αποτέλεσμα της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής σε αντίξοες διεθνείς συνθήκες, υγειονομική κρίση, ενεργειακή κρίση. Στο πεδίο αυτό, ναι, αποτύχαμε, αλλά η κυβέρνηση έχει να επιδείξει σοβαρότητα, υπευθυνότητα και αποτέλεσμα σε πάρα πολλά άλλα πεδία. Όταν έλθει η ώρα της κάλπης, οι πολίτες με νηφαλιότητα και ωριμότητα θα πρέπει να κρίνουν συνολικά ποιος θα κρατήσει το τιμόνι της χώρας σε πάρα πολύ ταραγμένους καιρούς και νερά. Αυτό ο πρωθυπουργός το έχει αποδείξει. Όπως επίσης όταν υπάρχουν αποτυχίες, αναλαμβάνει την ευθύνη, είναι ειλικρινής απέναντι στους πολίτες, καταθέτει ένα σχέδιο για να προχωρήσουμε μπροστά».

Επανερχόμενος στο θέμα της αύξησης του κατώτατου μισθού, παρατήρησε ότι «οι μισθοί είναι συνάρτηση των αντοχών της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Το 2019 ήταν 650 ευρώ και μετά από 3,5 χρόνια είμαστε στα 780 ευρώ. Αναγνωρίζουμε ότι τα φέρνει πολύ δύσκολα ο κόσμος με τον υψηλό πληθωρισμό που είναι εισαγόμενος, πλήττει πολύ ειδικά τους χαμηλόμισθους», σημείωσε επίσης.

Τέλος, όταν ρωτήθηκε εάν θα είναι εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας κατά την προεκλογική περίοδο, απάντησε πως δεν έχουν ληφθεί ακόμη οι σχετικές αποφάσεις, οι οποίες και θα ανακοινωθούν από τον πρωθυπουργό.

 

Διαβαστε επισης