Προβληματισμούς, ενστάσεις, διαφωνίες καθώς και προτάσεις, κατέθεσαν και οι 21 αρμόδιοι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς οι οποίοι είχαν κληθεί στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, και κατέθεσαν τις απόψεις τους για την κύρωση της Επενδυτικής Συμφωνίας μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της εταιρίας «Ελληνικός Χρυσός».
Ο Γιάννης Πετράκης, πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Ολυμπιάδας, δήλωσε θετικός επί της αρχής του νομοσχεδίου του υπουργείου Περιβάλλοντος, σημειώνοντας ότι «η επένδυση για εμάς είναι πολύ σημαντική», ωστόσο εξέφρασε επιφυλάξεις για «περιβαλλοντικές εκκρεμότητες που παραμένουν», όπως είπε.
Έμφαση έδωσε ο κ. Πετράκης, στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τη δημιουργία μονάδας επεξεργασίας υδάτων, ενώ προτεραιότητα έδωσε και για την αξιολόγηση των ανταποδοτικών τελών προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, για να καλυφθούν οι ζημιές από την μεταλλευτική δραστηριότητα.
«Θα αγωνιστούμε για να υπάρξει σεβασμός στο περιβάλλον, με ισόρροπη και αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής», σημείωσε.
«Είναι σαφές ότι δεν είναι μόνο ωφέλιμη αλλά και απαραίτητη κάθε επενδυτική δραστηριότητα, μέσα στα πλαίσια όμως του σεβασμού των περιβαλλοντικών όρων και μιας ήπιας μεταλλευτικής δραστηριότητας την οποία χρειάζεται η περιοχή», τόνισε από την πλευρά του ο Ιωάννης Γιώργος, αντιπεριφερειάρχης Περιφερειακής Ενότητας Χαλκιδικής.
Μίλησε ακόμα για ανάγκη εκπροσώπησης της τοπικής κοινωνίας στην Επιτροπή Αξιολόγησης, όπως και στο να υπάρξει ανεξάρτητος ελεγκτής και όχι της εταιρίας και ζήτησε δικλείδες ασφαλείας που θα την υποχρεώνουν να αναλαμβάνει τις εταιρικές της ευθύνες σε περίπτωση που αποχωρήσει από την επένδυση καθώς και να δεσμευτεί για την αύξηση του ποσοστού των μεταλλευτικών τελών, την συντήρηση του οδικού δικτύου και την διασφάλιση των θέσεων εργασίας για τη τοπική κοινωνία.
Ο Κωνσταντίνος Σάλτας, πρόεδρος της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών «ΕΑΓΜΕ», τάχθηκε υπέρ της αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου και της μεταλλευτικής επένδυσης, που συμβάλει ουσιαστικά, όπως είπε, στην περιφερειακή ανάπτυξη της πατρίδας μας.
«Το νομοσχέδιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση με την προϋπόθεση να τηρηθεί αυστηρότατα η περιβαλλοντική νομοθεσία και το υπουργείο Περιβάλλοντος είναι σε αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και την θωράκιση της περιοχής και των κατοίκων», υποστήριξε.
Σήμα κινδύνου για την κατασκευή Χώρου Υγειονομικής Ταφής Επικίνδυνων Υλικών πάνω σε ενεργά ρήγματα, εξέπεμψε ο διευθυντής του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, Κωνσταντίνος Παπαζάχος, επισημαίνοντας ότι, τυχόν ταλαντώσεις του εδάφους θα ενεργοποιήσουν σεισμούς στη περιοχή.
Όπως είπε ο κ. Παπαζάχος, το κύριο κομμάτι του νέου εργοστασίου θα είναι κοντά στο φράγμα Κοκκινόλακα στο οποίο υπάρχουν μόνιμες παραμορφώσεις του εδάφους, και με τις μεταλλευτικές δραστηριότητες θα δημιουργηθούν μετατοπίσεις.
Τόνισε ακόμα ότι, «τα σχέδια που παρουσιάζει η εταιρία έχουν πολλά προβλήματα», ενώ σημείωσε ότι «πως μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη, όταν ο πρώτος Χώρος Υγειονομικής Ταφής επικίνδυνων Υλικών κατασκευάζεται πάνω σε ενεργά ρήγματα».
«Το κρίσιμο είναι ότι τα υλικά αυτά θα μείνουν εκεί για πάντα. Δεν θα υπάρχει παγκόσμιο προηγούμενο ανάλογης χωροθέτησης και αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό», πρόσθεσε ο κ. Παπαζάχος.
Ο Γιώργος Στασινός, πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητήριο Ελλάδος, ανέφερε ότι «οι πιο σημαντικοί παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι οι περιβαλλοντικοί όροι, η ασφάλεια των κατοίκων και η υγιεινή».
«Είμαστε υπέρ των επενδύσεων. Χρειαζόμαστε και θέλουμε ανάπτυξη με ταυτόχρονη όμως προστασία του περιβάλλοντος και με οικονομικό και κοινωνικό πρόσημο. Μακάρι να τα καταφέρουμε στην έρευνα και άλλων κοιτασμάτων. Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα φαίνεται να είναι μεγάλο. Για αυτό δίνουμε έμφαση στην αποκατάσταση των επιπτώσεων, στην περιβαλλοντική αδειοδότηση, στην διαχείριση των λυμάτων και την αντιμετώπιση της ρύπανσης», υπογράμμισε ο κ. Στασινός.
Μίλησε ακόμα, για την «ανάγκη δημιουργίας ενός πρότυπου εργοστασίου μεταλλουργίας με σαφή χωροταξικό και πολεοδομικό σχέδιο» και πρόσθεσε ότι , «οφείλουμε να κρίνουμε τεχνοοικονομικά την σύμβαση με καλή τη πίστη ότι μπορεί να γίνει ένα πρότυπο εργοστάσιο, κάτι που είναι εφικτό».
Ο Στέλιος Βαλιάνος, δήμαρχος Αριστοτέλη, τόνισε ότι «θα πρέπει να κατανοηθεί ο ρόλος του δήμου» και ξεκαθάρισε ότι «δεν είναι ιδεολογικές οι προσεγγίσεις για τη σύμβαση».
«Ας προστατέψουμε όλοι τα συμφέροντα της τοπικής κοινωνίας. Δεν υιοθετώ το ρόλο της ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ και όσων επιθυμούν να χτίσουν καριέρες πάνω στις πλάτες των πολιτών. Είμαστε εδώ για να εκπροσωπήσουμε όλους όσους έχουν προβληματισμούς. Ο Δήμος Αριστοτέλη είναι υπέρ της ανάγκης διαμόρφωσης όρων ασφαλείας για το περιβάλλον και την οικονομία και της συνύπαρξης της μεταλλευτικής δραστηριότητας με την τοπική κοινωνία», ανέφερε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε:
«Δεν απορρίπτει τίποτα ούτε αποδέχεται συλλήβδην τις συμβάσεις. Έχει μια αντικειμενική διάθεση έναντι της νέας επενδυτικής συμφωνίας».
Παράλληλα, εξέφρασε την δυσαρέσκεια του στο «ότι «αγνοήθηκε το ομόφωνο αίτημα του δήμου και η διαπραγμάτευση έγινε ερήμην του» και την έντονη διαμαρτυρία του ότι, «κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο χωρίς να μας δοθεί προηγουμένως το τελικό κείμενο».
Ο δήμαρχος Αριστοτέλη αναγνώρισε ότι στο νομοσχέδιο υπάρχουν στοιχεία που συμφωνούν με τα αιτήματα του δήμου, όμως, όπως είπε, «σε καμία περίπτωση δεν αποκαθιστούν και δεν αρκούν να καλύψουν την πληθώρα των αρνητικών επιπτώσεων και αφήνουν πολλά περιθώρια αμφιβολίας».
«Προτεραιότητα είναι η διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής, η αποκατάσταση του περιβάλλοντος και η μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η αύξηση των οικονομικών πόρων στην τοπική κοινωνία», είπε.
Μίλησε ακόμα για θετικά και αρνητικά στοιχεία της σύμβασης, χαρακτηρίζοντας απαράδεκτο ότι η διαπραγμάτευση έγινε ερήμην της φυσικής εκπροσώπησης του δήμου ενώ χαρακτήρισε θετικό την εταιρική ευθύνη και την αύξηση των θέσεων εργασίας χωρίς όμως όπως είπε να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και επί αυτών επιφυλάξεις.
Ακόμα, απαίτησε την συμμετοχή του δήμου στην Επιτροπή Αξιολόγησης και την ρητή δέσμευση της εταιρίας για την προστασία της δημόσιας υγείας, ενώ τόνισε ότι «η κοινωνία θα αντιταχθεί με κάθε πρόσφορο μέσο στη χρήση κυανίου».
Ο δήμαρχος Αριστοτέλη έθεσε «αναγκαία τη διασφάλιση δέσμευσης της εταιρίας για:
- αποκατάσταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την εταιρία με συγκεκριμένα χρονικά διαγράμματα και αυστηρούς όρους,
- ενίσχυση των έργων προστασίας και επάρκειας των υδάτων
- αναβάθμιση του οδικού δικτύου
- δημιουργία σύγχρονης μονάδας πόσιμου νερού
- πλήρης προστασία και ανάδειξη των αρχαιολογικών μνημείων
- κάλυψη στο 90% των νέων θέσεων εργασίας με κριτήριο την ενδοπιότητα
-ανεξάρτητο ελεγκτή περιβάλλοντος και δημόσιοι ελεγκτικοί μηχανισμοί.
Τέλος, χαρακτήρισε επιβεβλημένη την υποβολή αντισεισμικής μελέτης για την μεταλλευτική δραστηριότητα στον Κοκκινόλακο.
«Αυτή η περιοχή χειμάχτηκε με εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις γιατί κάποιοι έλεγαν ένα ξερό ναι ή ένα ξερό όχι στα μεταλλεία. Το όχι ακυρώνει το θετικό, το ναι συναινεί στα αρνητικά. Όπλο μας είναι η διόρθωση. Λέμε ένα ναι σε μια νέα σύμβαση που θα υπερασπίζεται τη μεγάλη επένδυση την οποία χρειάζεται η περιοχή με ταυτόχρονα οφέλη για τους δημότες της και την τοπική ανάπτυξη και με θετικό για το περιβάλλον πρόσημο», υπογράμμισε και κατέληξε:
«Αναγνωρίζουμε και τα θετικά αλλά και τα αρνητικά και διεκδικούμε βελτιώσεις. Δεν μπορούμε να μιλάμε με αυστηρά όχι ή ναι και να δημιουργούμε χαρακώματα. Είμαστε εδώ για να διεκδικήσουμε υπό νέο καθεστώς μια σύμβαση με καλύτερα δυνατά οφέλη. Με αντεγκλήσεις και διχόνοια ούτε χορτάρι δεν θα φυτρώσει στη περιοχή».
Με τις απόψεις, ενστάσεις και προτάσεις που εξέφρασε ο δήμαρχος Αριστοτέλη συντάχθηκαν στο σύνολο τους και οι τοπικοί άρχοντες της περιοχής που πήραν το λόγο στη συνέχεια.
Ο Γιώργος Βαγιωνάς, πρόεδρος της τοπικής κοινότητας Στρατωνίου, έδωσε έμφαση στις ρητές δεσμεύσεις που πρέπει να έχει η εταιρία όπως και ο Κωνσταντίνος Πασχάλης, πρόεδρος της τοπικής κοινωνίας Μεγάλης Πασχαλίας που τόνισε ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Η Αγγελική Ληστή, εκπρόσωπος της Επιτροπής Αγώνα Μεγάλης Παναγιάς, έκανε λόγο για «ειλημμένη απόφαση σε μια συμφωνία της οποίας οι επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι ήδη τεράστιες από τις εξορύξεις όπως τεράστιες είναι και οι κοινωνικές επιπτώσεις και η δημόσια υγεία».
«Δίνεται το απόλυτο δικαίωμα στις δραστηριότητες της εταιρίας μέσα από ένα διαχρονικό εκβιασμό. Εμείς αντιτείνουμε ότι, το κύριο σε ένα τόσο πανέμορφο τόπο, είναι η οικονομική και παραγωγική του ανασυγκρότηση με ήπιες προσεγγίσεις και διασφάλιση και του περιβάλλοντος και της τοπικής κοινωνίας αλλά και της δημόσιας υγείας» ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Ληστή.
Ο Γρηγόρης Τάσιος, πρόεδρος του ΔΣ της Ένωσης Ξενοδόχων Χαλκιδικής, επεσήμανε ότι είναι «υπέρ των νέων επενδύσεων αλλά με βασικό στοιχείο τους περιβαλλοντικούς όρους», ενώ τόνισε την ανάγκη να υπάρχουν αυστηρότατες δικλείδες ασφαλείας κυρίως σε ό,τι αφορά την εταιρική ευθύνη.
Παράλληλα, έδωσε έμφαση «στην ισόρροπη ανάπτυξη που δεν θα λειτουργήσει σε βάρος του τουρισμού το οποίο είναι πολύ σημαντικό για την οικονομία και την κοινωνία».
«Δεν μπορούμε να πούμε αν είναι καλή ή κακή η σύμβαση γιατί δεν την διαβάσαμε. Εμείς είμαστε ανοιχτοί στο διάλογο για απόλυτα αυστηρά κοινωνική δικτύωση και περιβαλλοντική προστασία», σημείωσε.
Ο Χαράλαμπος Σμυρνιώτης, αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Μεταλλωρύχων Ελλάδος, δήλωσε ότι, «η ΟΜΕ είναι σταθερά υπέρ της ανάπτυξης του ορυκτού πλούτου της χώρας προς όφελος της κοινωνίας αλλά και με περιβαλλοντικές παραμέτρους».
Όπως είπε, «η Ομοσπονδία είχε καταγγείλει την χαριστική σύμβαση ενώ η τροποποίηση της έγινε για εξασφαλίσει η εταιρία τα δικαιώματα της στην εκμετάλλευση των μεταλλευμάτων».
«Ενώ το δημόσιο μπορούσε να παίξει παραγωγικό ρόλο αυτός υποβαθμίζεται προς όφελος των εταιριών», σημείωσε.
Ο Σαράντος Δημητριάδης, συνεργαζόμενο μέλος του Παρατηρητηρίου Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων, υποστήριξε ότι «στο προοίμιο της συμφωνίας έχει εξαλειφθεί κάθε αναφορά υποχρέωσης παραγωγής μετάλλων στη χώρα.
«Δεν αποκλείεται να μπορεί η εταιρία να εξάγει πρώτη ύλη με πολύ μεγάλα περιθώρια να απομοιωθούν σημαντικά έσοδα του δημοσίου, να δημιουργηθούν αναπότρεπτες περιβαλλοντικές ζημιές και να μην δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Δεν υπάρχει αντίστοιχη σύμβαση σε άλλες χώρες της ΕΕ που να είναι τόσο υπέρ μιας εταιρίας και τόσο κατά του δημοσίου», υποστήριξε.
Ο Σπυρίδων Ψαρούδας, γενικός διευθυντής της Περιβαλλοντικής Οργάνωσης «Καλλιστώ», υποστήριξε ότι «οι εξορυκτικές δραστηριότητες δεν είναι συμβατές με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις στη περιοχή και θα επιφέρουν μη αναστρέψιμες περιβαλλοντικές καταστροφές».
Παράλληλα, έκανε λόγο για σοβαρές επιπτώσεις που θα υπάρξουν στα δάση και στους υδάτινους πόρους.
Ο Νίκος Αντωνίου, πρόεδρος της τοπικής κοινότητας Στρατονίκης, εστίασε κυρίως στο πρόβλημα με τις ρηγματώσεις κατοικιών, ζητώντας να δοθεί λύση για να επισκευαστούν.
Ο Χρήστος Παναγιωτίδης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων Γυμνασίου Ιερισσού, ανέφερε ότι «ακολουθείται ξανά ο ίδιος δρόμος για τις εξορύξεις, ερήμην της τοπικής κοινωνίας, με ένα σχέδιο το οποίο απέτυχε και στο παρελθόν.
Ο Γιώργος Ζουμπάς, μέλος του συλλόγου Φίλων Περιβάλλοντος Ιερισσού, υποστήριξε ότι η εταιρία έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για σειρά παραβιάσεων, όπως υποβάθμιση του περιβάλλοντος και ρύπανση υπογείων υδάτων, ωστόσο όπως είπε, με τη νέα συμφωνία απαλλάσσονται αναδρομικά από τις κατηγορίες όλοι όσοι εμπλέκονται και παύει οποιαδήποτε διαδικασία εναντίον τους.
Ο Γιώργος Σκιαδαρέσης, αναπληρωτής προϊστάμενος της Εφορίας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, μίλησε για την ανάγκη μνημονίου συνεργασίας για την προστασία, την ανάδειξη και συντήρηση των αρχαίων μνημείων της χώρας.
Ο Χρήστος Καβαλόπουλος, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, υπογράμμισε ότι «η νέα σύμβαση φαίνεται να δίνει διέξοδο στα αδιέξοδα που είχαν δημιουργηθεί για να λειτουργήσει η επένδυση προς όφελος όλων».
«Μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας μπορεί να δοθούν λύσεις τόσο για τη βιώσιμη λειτουργία της εταιρίας όσο και υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας και των θέσεων εργασίας. Με το σωστό τρόπο μπορεί να προχωρήσει η επένδυση, που θα στηρίξει και το μέλλον της περιοχής και το μέλλον της εθνικής οικονομίας», ανέφερε.