Ο ευρωπαϊκός νότος βρίσκεται σε εκλογικό πυρετό. Μετά τις δικές μας εκλογές στις 20 Σεπτεμβρίου τη σκυτάλη παίρνουν σήμερα οι Πορτογάλοι και ακολουθούν οι Ισπανοί τον Δεκέμβριο.
Το τοπίο είναι τώρα πιο ομιχλώδες απ’ ό,τι πριν από εννέα μήνες, την περίοδο των ελληνικών εθνικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου. Τότε, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδοτούσε τον μετασχηματισμό της ριζοσπαστικής αριστεράς σε πολιτική δύναμη διακυβέρνησης.
Του ΣΩΤ. ΓΚΟΛΦΙΝΟΠΟΥΛΟΥ
Όμως η επίπονη διαπραγμάτευση σε βάθος 7μήνου κατέληξε σε μία εκ των πραγμάτων επιβληθείσα «συνθηκολόγηση», που οδήγησε στην υπογραφή του τρίτου προγράμματος προσαρμογής.
Σήμερα, οι συσχετισμοί δυνάμεων μπορεί ακόμη να ευνοούν τη Γερμανία και τους σκληροπυρηνικούς «δορυφόρους» της. Όμως τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ελλάδα και στην Ιβηρική μπορεί να σε βάθος χρόνου να οδηγήσουν σε αλλαγή της πολιτικοοικονομικής στρατηγικής της Ευρωζώνης.
Στην πρόσφατη διαπραγμάτευση για το «ελληνικό πρόβλημα» η Γαλλία και η Ιταλία τάχθηκαν ενάντια στο γερμανικό μπλοκ, που ορίζει το δίπολο «Σύμφωνο Σταθερότητας-Δημοσιονομικό Σύμφωνο» ως τον αναγκαίο μονόδρομο προς την ανάκαμψη της οικονομίας.
Στην προσπάθειά του να επαναδιαμορφώσει τον γαλλογερμανικό άξονα, ο πρόεδρος Ολάντ ενδέχεται να βρει συμμάχους την κυβέρνηση Τσίπρα και τα κυβερνητικά σχήματα που θα προκύψουν σε Λισαβώνα και Μαδρίτη.
Εάν στην Ισπανία δημιουργηθεί κυβερνητικός συνασπισμός με κορμό το Σοσιαλιστικό Κόμμα, θα αυξηθούν οι πιέσεις προς το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες για να αλλάξει η γερμανικής εμπνεύσεως συνταγή που ακολουθείται για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης σε χώρες της ευρωζώνης.
Στην Πορτογαλία οι δημοσκοπήσεις που έδειχναν επί μήνες προηγούμενο το Σοσιαλιστικό Κόμμα φαίνεται να ανατρέπονται. Εν πάση περιπτώσει, αυτοδύναμη κυβέρνηση δεν πρόκειται να προκύψει από τις σημερινές εκλογές. Η εφαρμογή του προγράμματος λιτότητας και του Μνημονίου θα συνεχισθεί από κυβέρνηση συνεργασίας στην οποία μάλλον θα συμμετέχουν τα δύο μεγάλα κόμματα της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς.
Η Πορτογαλία παρουσιάζει μία ουσιαστική ιδιαιτερότητα. Το μεγαλύτερο «κομμάτι» του χρέους της το κατέχουν ιδιώτες. Για να συνεχισθεί απρόσκοπτα η εξυπηρέτηση του, η νέα κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να έχει την εμπιστοσύνη των αγορών. Όμως στον ορίζοντα της πορτογαλικής οικονομίας συσσωρεύονται ήδη «μαύρα σύννεφα» και η δυναμική που είχε δημιουργηθεί με το Μνημόνιο, ανακόπτεται.
Η Ελλάδα παραμένει ερωτηματικό για τους Ευρωπαίους και τις αγορές. Η οικονομία της βρίσκεται σε πιο δεινή θέση συγκριτικά με την πορτογαλική και ισπανική. Η απουσία ενός λειτουργικού κρατικού τομέα σε συνδυασμό με την εκτεταμένη διαφθορά και την απουσία φορολογικού συστήματος που να προωθεί την επιχειρηματικότητα, έχουν τροφοδοτήσει ανά δεκαετίες τη διαμόρφωση μιας οικονομίας με αγκυλώσεις και δύσκαμπτη λειτουργία.
Μετά την επανεκλογή του ΣΥΡΙΖΑ, στα κεντρικά ευρωπαϊκά όργανα κερδίζει έδαφος η άποψη ότι απαιτείται μια πιο επεκτατική οικονομική πολιτική, με υιοθέτηση κεϋνσιανών κατευθυντήριων γραμμών.
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα των εκλογών στην Ελλάδα και στις δύο χώρες της Ιβηρικής μπορεί να αποτελέσουν αφορμή διεργασιών εντός της ΕΕ, ενισχύοντας δυνάμεις που ζητούν αλλαγή της κυρίαρχης πολιτικής για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων και την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.